Στα σύννεφα των λογισμών σου
ξαπλωμένος
μετράς τα λύτρα
της χαμένης μας χαράς.
Διασταλμένη ηδονή της μέρας
στον Ναό έβγαλα τα ρούχα
με τα πουλιά ξανάρχισα να ζω.
Τέμπερες υδαρές χλωμής αυγής
η μαρμαρένια στήλη εξαυλούται.
Γλείφω τα μάγουλα σου
τα μέλη μου βουτούν
σε ουράνιες εκτάσεις
που άγγελοι γυμνοί κωπηλατούν
προς της καρδιάς σου το σκοτάδι.
Τα ρίγη της παυητικότητας
φωλιάσανε στα γκρίζα λιόφυλλα
Οι κρουνοί της λησμονιάς
ξεπλύναν τα τραχιά θυμήματα.
Ηρθε της Ανοιξης η αωατριχίλα
που διαφεντεύει τα κορμιά.
Ανεβαίνουμε στ'ανηφόρι
που το συγκρατεί μιά ίνα.
Προχωρούμε στο δρομάκι
που τ'άνοιξε ο ιδρώτας.
Γονατίζουμε στον πλανήτη Γη
που μας ανεχεται με μίσος.
Προσευχόμαστε στο άπειρο
που το ποτίζει το αίμα μας.
Πεθαίνουμε στο χάος
που μας οδηγεί στο Λυτρωμό.
Κώστας Ευαγγελάτος
|